Ο Γιάννης Μίχας Νεονάκης ή αλλιώς Dave
γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου του 1983 στην Αθήνα.
Μεγάλωσε και ζει μέχρι σήμερα στην ευρύτερη
περιοχή του Βύρωνα και στην ηλικία των 13
ήρθε πρώτη φορά σε επαφή με την ραπ μουσική αλλά και
με την τέχνη του γραπτού λόγου.Είναι στιχουργός , ερμηνευτής και ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος '' Φράξια'' ,
ένα από τα πιο βαθιά πολιτικοποιημένα και ανθρωποκεντρικά συγκροτήματα
της ανεξάρτητης μουσικής σκηνής.

Έχει γράψει και ερμηνεύσει σχεδόν εξ ολοκλήρου
όλη την δισκογραφία των Φράξια
( 3 δίσκοι , 2 προσωπικοί , 1 συλλογή )
και διάφορες συμμετοχές σε άλλα projects και συνεργασίες.



Έχει εμφανιστεί ζωντανά σε πολλά σημεία της Αθήνας αλλά
και της επαρχίας με το συγκρότημα και έχει εκδόσει επίσης
κι ένα βιβλίο με στίχους αλλά και πεζό λόγο , με τίτλο :
''Έχω τον λόγο μου''... Επίσης ασχολείται με την αρθρογραφία

επί σειρά ετών σε διάφορα blogs και τοπικές ανεξάρτητες εφημερίδες.
Αυτό τον καιρό αρθρογραφεί στο site Τέταρτο.
Έχει συμμετάσχει ως ομιλητής μεταξύ άλλων σε αρκετές εκδηλώσεις για το πολιτικό τραγούδι
και την δυναμική του λόγου στην hip hop μουσική.

Θεωρείται από αρκετούς ως ένας σύγχρονος ποιητής της γενιάς του,αλλά και κινηματικός καλλιτέχνης με αιχμηρό , επικίνδυνο αλλά και βαθιά ρομαντικό στίχο ,
καθώς έχουν αναφερθεί σε αυτόν και το έργο του αξιόλογοι άνθρωποι από τον χώρο της δημοσιογραφίας , της ποίησης , και του ραδιοφώνου. Αυτή η ιστοσελίδα έχει σκοπό την καταγραφή του εργού του και περιέχει όλους τους στίχους που κυκλοφόρησε σε μουσική μορφή από το 2009 μέχρι σήμερα.

Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

Ως πότε ?

Και εσύ ακόμα κοιτάζεις σαν αποβλακωμένος...Σου κλέβουν και τα τελευταία απομεινάρια της ελευθερίας σου,της αντίληψής σου και εσύ χάζεψες τελείως και αρκέστηκες απλά στο ηλίθιο και αυθαίρετο κοινωνικό `` γαμώτο``...Τα βάζεις με την τύχη σου,με τη ζωή σου,με τους φίλους σου,με τους μετανάστες με,με,με...Ποτέ όμως με αυτούς.Με αυτούς που ορίζουν με το έτσι θέλω την μοίρα και τη ζωή των ανθρώπων.Που ορίζουν και παραπλανούν την σκέψη του,την θέληση του,το μυαλό του,τις επιλογές του..Που σπέρνουν το φόβο για να θερίσουν αποδοχή,ύπνο και λήθαργο...Ξέμεινες παρέα με την κατάθλιψή σου,εγκλωβισμένος στον μίζερο και προβληματικό εαυτούλη σου να περιμένεις...Χωρίς να ξέρεις τι ακριβώς...Και τελικά περνάνε οι μέρες,περνάνε τα χρόνια και η ζωούλα σου λιγοστεύει,τελειώνει...Και εσύ εκεί,το ίδιο βλάκας να αρκείσαι στο λιγότερο κακό,στο `` έτσι είναι τα πράγματα,τι να κάνουμε``...Να επιζητάς την διόρθωση,και όχι την ανατροπή..Μαθημένος σε μια συγκεκριμένη κατάσταση που από κούνια σου πέρασαν ενέσημα...Να μην φαντάζεσαι,να μην ονειρεύεσαι,να μην ελπίζεις,να μην ερωτεύεσαι,να μην διεκδικείς..Να τρέχεις μόνο να προλάβεις το άγνωστο...Να παραδίνεσαι στις ορέξεις του αφέντη σου που σε ρουφάει κάθε μέρα,στο βωμό της ανεργίας,στο βωμό του `` είσαι τυχερός που έχεις μια δουλίτσα και την κουτσοβγάζεις,οπότε σκάσε``...Ως πότε ?? Πότε θα σταματήσεις μόνο να αναπνέεις και θα αρχίσεις και να ζεις ? Πότε θα μιλήσεις ? Πότε θα συναντηθείς στον δρόμο ? Πότε θα κουβεντιάσεις ? Πότε θα φωνάξεις ? Πότε θα παλέψεις ? Ως πότε θα περιγράφεις το πρόβλημα ? Ερωτήματα και προβληματισμοί που ξέρω ότι σε κουράζουν.Έχω και άλλο ένα όμως έτσι,επειδή γουστάρω να σε κάνω να νιώθεις και λίγο άβολα...ΠΟΤΕ ΘΑ ΒΓΕΙΣ ΕΞΩ ΝΑ ΤΟΥΣ ΓΑΜΗΣΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ??? Καλή χρονιά....

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

Κάτι φταίει ( μικρό μου πιόνι )

Ήταν ο τρόπος που σου επέβαλαν ανέκαθεν να σκέφτεσαι
ο τρόπος που σου φόρτωναν πολλές πληροφορίες
από κούνια ήταν η πάγια τακτική τους να τα δέχεσαι
όλα αμάσητα,χωρίς καχυποψία κι απορίες
Άκου,βλέπε,σώπα,ξόδευε και μη μιλάς πολύ
είμαστε εδώ να σου δημιουργούμε ψεύτικες ανάγκες
του συστήματος,αυτό ήταν πάντα το γερό χαρτί
τηλεόραση,μπουζούκια,Πρετεντέρηδες και Τράγκες.
Δεύτερο αυτοκίνητο και τρίτο εξοχικό
βλαχοκαγκουριά εξάτμιση και μπάλα να ξεσπάσουμε
κι από Δευτέρα `` μάλιστα ότι πεις αφεντικό``
κι ας τους άλλους,δεν μας νοιάζει,πιάσε ένα φραπέ να αράξουμε.
Βόλεμα στο βόλεμα,του μέλλοντος κομπόδεμα,
ταβλάκι,γκομενάκια,κάθε μέρα Κυριακή
κανά χαπάκι για την θλίψη,στη μελαγχολία ξόδεμα
και δάνειο για κάθε σου στιγμή κι αναπνοή
Φροντιστήριο για τα ρομπότ παιδιά σου και με γειά σου
το καινούργιο σου κουστούμι,ενδυμασία της σιωπής
εκφραστής αποθημένων απ`την Αμερικανιά σου
κάτι φταίει μικρό μου πιόνι και ψάξε να το βρεις...

Ίσως φταίει που μας βγήκες στην πορεία πουτανιάρης
Ίσως φταίει που η τύχη,σου γελούσε πιο συχνά
Ίσως φταίει που σ`άφησα κι εγώ να σουλατσάρεις
να γυρνάς στη γειτονιά μου με τη φάτσα του γαμιά. (2)

Από νεόπλουτος,νεόπτωχος μα τώρα στη λεζάντα
του φασίστα από μόδα του λεβέντη μπρατσαρά
η εποχή αποκάλυψε αυτό που ήσουν πάντα
μια σκατόψυχη κουφάλα,κλασσικού Ελληναρά
Εμένα ξέχναμε,πάντα μου βρωμάγανε τα χνώτα σου
είμαι απέναντι μαζί με αυτούς που τώρα κυνηγάς
αφού διάλεξες πορεία τώρα πρόσεχε τα φώτα σου
κάποιοι θα σου χυμίξουν τη στιγμή που θα ξυπνάς
Κι από εδώ και πέρα,έχω πόλεμο μαζί σου
με όλους τους πρώην αμέτοχους και νυν κουμανταδόρους
κι αφού ξέρω πως μ`ακούς καλά εσύ και οι όμοιοι σου
κάποτε το αθώο αίμα θα πνίξει τους αιμοβόρους
Ψάξε βρες,αν σου`χει μείνει τσίπα από το χθες
κι άμα ξεκάβλωσες απ`την παραμύθα που σε χώσανε
πως σκέφτεσαι,ποιος είσαι,που ανήκεις και τι θες
ποιοι σε βάλανε στις άγνοιας το δώμα και κλειδώσανε
Τι φταίει ? Κανένα στόμα ακόμα δεν το λέει
κι η αρρώστια εξαπλώνεται στην πόλη που κοιμάται
σε μια χώρα που γονατιστή παρακαλάει και κλαίει
μα μέχρι κι ο θεός της την ξεχνά,δεν τη λυπάται...

*Από το επερχόμενο δεύτερο άλμπουμ των Φράξια που θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2013.

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Να ξαναγεννηθούμε

Πες μου αλήθεια,πες μου δεν είναι τρόμος?
αυτό το φως που τ`όμορφο το πρόσωπό σου τυφλώνει
που μια οθόνη καίει το μυαλό μας και μας λιώνει
πες μου αλήθεια τι είναι αυτό που μας σκοτώνει
Πες μου κάτι,πες μου δυο κουβέντες μόνο
ρώτα τον χρόνο να σου πει πως να του προκαλέσω πόνο
πες μου,γιατί μας χώρισαν γιατί δεν αγαπάμε
γιατί κλαίμε μοναχά και δεν γελάμε...
Θέλω να τρέξω να σε βρω να σου πω πως πονάω
μα δεν μ`αφήνουν η τουλάχιστον εγώ δεν μπορώ
όπως και να`χει κάτι φταίει είτε εσύ είτε εγώ
η κάτι άλλο που ακόμα να το βρω προσπαθώ
Μου χει λείψει εκείνη η μυρωδιά από νοτισμένο χώμα
πες μου πόση μας έμεινε ακόμα ζωή
θέλω ολάκερο ουρανό κι εκείνη την εικόνα
της γιαγιάς που πλέκει έξω στην αυλή.
Θέλω να ζήσω,να βγω και να φωνάξω άκουσέ με
δεν είμαι αυτό που φαίνομαι,δεν είμαι ότι καυχιέμαι
έλα πλάι μου όπως παλιά να πιούμε ένα κρασί
είμαι σίγουρος πως θες να πεις πολλά κι εσύ
Να θυμηθούμε την ανεμελιά μας
να κρατήσουμε δικά μας,τα ανόθευτα κομμάτια απ`την καρδιά μας
να αποδεχτούμε τα ωραία και τα άσχημα μας
το καλύτερο beat είναι ο χτύπος της καρδιάς μας.
Να σε κοιτάξω μες στα μάτια και τη θλίψη σου να πάρω
να μ`ακούσεις και να φτιάξεις το όνειρο σου
να τραγουδήσεις δυνατά και να γουστάρω
απόψε το τραγούδι αυτό είναι δικό σου.

Άκουσε με,απόψε που φοβάμαι τόσο
κι από μένα θέλω ακόμα να γλυτώσω
έλα πλάι μου ένα χάδι σου να νιώσω
μια ματιά σου μου αρκεί τη μοναξιά μου να σκοτώσω
Άκουσε με,δεν ξέρω τι μου ξημερώνει
και το φως της χαραμάδας με τυφλώνει
κάτσε δίπλα μου λιγάκι να τα πούμε
να το πάρουμε απ`την αρχή να ξαναγεννηθούμε.

Πάρε με στα σοβαρά κι ας έχω γίνει λιώμα
με ψυχή κουρελιασμένη και κορμί σαν πτώμα
θέλει τόσα να σου πει αυτό το στόμα
που κάποιοι θέλουν φιμωμένο για όσα απομένουν χρόνια
Θυμήσου τις απλές στιγμές που χάσαμε
θυμήσου οτι ευτυχία είναι απλά να αγαπάς
να τραγουδάς να πολεμάς και να μιλάς
τουλάχιστον αισθάνεσαι κι ας νιώθεις πως πονάς.
Άκουσε με,ίσως είναι η τελευταία φορά
αφού δεν ξέρω ούτε κι εγώ τι θα μου ξημερώσει
τι θα`ναι αυτό που την ψυχή μου θα λυτρώσει
απ`το φως τους προτιμάω το σκοτάδι να με σώσει
Περιμένω έναν άνθρωπο το χέρι του να απλώσει
να τραβήξει την σκιά μου πριν ο φόβος τη σκοτώσει
να το πάρουμε απ`την αρχή και να ζήσουμε
άσπρο πάτο τη ζωή να την γλεντήσουμε
Ότι μας μάθαν να αγαπάμε να μισήσουμε
κι ότι μας μάθαν να μισούμε να αγαπήσουμε.

Τον ίδιο μας τον εαυτό να αμφισβητήσουμε...

Δεν ξέρεις τίποτα για μένα

Δεν καταλάβαινα πολλά ήμουν μικρό παιδί
όμως με τον πόνο και την θλίψη γνωριστήκαμε νωρίς
έχω μνήμες που με σημαδέψανε για μια ζωή
κι από τότε τρέχει άφθονο το αίμα της ψυχής
Με θυμάμαι να κοιτάω από το τζάμι τη βροχή
σε αρμονία οι σταγόνες της με τα δάκρυα μου
να με τρώει,να με πνίγει ο λυγμός κι ένα γιατί
κι η σιωπή από τη νύχτα να καρφώνει την καρδιά μου
'Οταν ξημέρωνε φοβόμουν εξίσου το φως
και με κάτι σαν χαμόγελο ξεμύτιζα απ`το σπίτι
ήμουν απόμακρος κι απότομος καθόμουν μοναχός
τώρα καταλαβαίνω γιατί με φώναζαν αλήτη
Δεν ήμουν από εκείνους που καλούσανε στα πάρτυ
κι άμα πήγαινα καμιά φορά έφευγα πρώτος
έμενα μόνος μου και φανταζόμουνα μια αγάπη
που θα δώσει λίγο φως στων ονείρων μου το σκότος
Κρύο,θλίψη και μουντάδα το δικό μου σχολείο
κι άμα άκουσες τον πρώτο δίσκο το ξέρεις ήδη
με ακουστικά στα αυτιά ζεσταινόμουν απ`το κρύο
με Active Member,FF.C,Παυλάρα και Καζαντζίδη
Όσο για το στίχο,αυτό το είχα από μικρός
αντί για το μελάνι έσταζε ψυχή η πένα
κι αν μ`ακούς σε μια γωνιά σαν κριτής αυστηρός
ένα έχω να σου πω δεν ξέρεις τίποτα για μένα...

Δεν ξέρεις τίποτα για μένα εγώ γεννήθηκα εκεί
που αντί για γάλα ήπια αίμα από της μάνας την πληγή
πρώτα έμαθα το τέλος και μετά να περπατάω
κι ότι με πλήγωνε βαθιά εγώ έμαθα να το αγαπάω
Δεν ξέρεις τίποτα για μένα,το δικό μου σχολείο
είναι τα βράδια που τα πίνω μόνος μου στο υδραγωγείο
κι αυτοί οι λίγοι που ακόμα με στηρίζουν δεν ρωτάνε
είναι δίπλα μου με ξέρουν και απλά με αγαπάνε.

Έτσι περνούσανε τα χρόνια συντροφιά με μια εικόνα
που και στον εχθρό μου εύχομαι ποτέ να μη την δει
από τότε δίνω μάχη σε άνισο αγώνα
και δεν γίνομαι σαφής γιατί πονάει πολύ
Μέσα στην πλάνη του αλκοόλ βούτηξα για τα καλά
με είχε κάνει να αισθάνομαι πως είμαι άτρωτος
εκεί ξεσπούσα έπαιρνα δύναμη και ένιωθα καλά
μα όλα έσβηναν ξανά όταν ερχότανε το φως
Ενός πρώην ανθρώπου κουβαλούσα το κουφάρι
έψαχνα λίγη βοήθεια χωρίς να την ζητάω
μαύρες μέρες και χειμώνας το δικό μου καλαντάρι
με μια αόριστη οργή σε όποιον να`ναι να ξεσπάω
Γνώρισα και την αγάπη από όλες τις πλευρές
την όμορφη,την άσχημη και την αρρωστημένη
κι όταν πίστεψα για λίγο πως ήταν αληθινές
έμεινα μόνος με μια πληγή για πάντα ανοιγμένη
Όμως στάθηκα στα πόδια μου και βρήκα τα αποθέματα
θυμάμαι ήταν Απρίλης και γυρνούσα τα χαράματα
είπα στον εαυτό μου `` Γιάννο τέρμα ρε τα ψέματα
ήρθε η ώρα να κοιτάξεις την αλήθεια σου κατάματα``
Για τέλος άκου κάτι,έτσι για την ιστορία
ήξερα πάντα ότι ξεστόμιζα με πόνο πως θα πλήρωνα
MCλικια δεν πουλάω ούτε πόζα κι αλητεία
τι να κάνουμε,δεν είμαι από το Μπρονξ αλλά απ`τον Βύρωνα.


Τελευταία λόγια

Πάνε 5-6 μήνες,που έχω άνθρωπο να δω
πίσω απ`τα κάγκελα στοιβάξαν την οργή και τη φωνή μου
κάθε μέρα που περνά νιώθω ένα θάνατο αργό
να σαπίζει,να τρώει λίγο λίγο το κορμί μου
Μαστιγώσαν τις ιδέες μου,με χάπια τις κουμπώσαν
και γελάν με την κατάντια μου κάτι ένστολα καθίκια
με πετάξαν στο μπουντρούμι μοναχό και με φιμώσαν
με παρέα το σκοτάδι τις πληγές και τα ποντίκια.
Έχω χάσει την αίσθηση του χρόνου και δεν ξέρω
αν είναι μέρα εκεί έξω αν είναι βράδυ
απ`το βάθος κάτι ουρλιαχτά με κάνουν και υποφέρω
η μοναδική ανθρώπινη επαφή μες στο σκοτάδι.
Χαράζω με το αίμα μου την σκέψη μου στους τοίχους
μα δεν με κρατάει το σώμα μου διπλώνομαι,πονάω
κουλουριάζω στη γωνία μου παρέα με τους ήχους
από το υγρό ταβάνι τις στάλες να μετράω.
Κάθε μέρα σιγοσβήνω όλο και πιο πολύ
κι ο πόνος τώρα πια,νικάει τη θέληση μου
τρεμοπαίζει η ζωή μου κι αργοσβήνει σαν κερί
και θα φύγω σαν τον άνεμο απ`το υγρό κελί μου.
Κι όλα αυτά γιατί μιλούσα λιγάκι παραπάνω
όλα αυτά γιατί δεν πίστεψα το περιτύλιγμα τους
δεν χωρούσα και έπρεπε να βγω από το πλάνο
η φωνή μου βλέπεις σκέπαζε το πλούσιο κήρυγμα τους
Δεν ζητάω όπως και να`χει τώρα τίποτα πια
μόνο ελπίζω ότι παλεύεις όντας αδικημένος
μην ξεχνάς πως κάθε μέρα κάποιος κλαίει στα σκοτεινά
αν εκεί έξω φωνάζεις,τότε φεύγω ευτυχισμένος.

Από το project των Φράξια `` Οδυνηρές Κραυγές``

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Λιακάδα

Ότι είχα μέσα μου για χρόνια ήταν μουντό και σκοτεινό
και μια βροχή που ήταν έτοιμη να πέσει
σαν ένα κάδρο στην ψυχή κιτρινισμένο και παλιό
που ο ζωγράφος του το άφησε στη μέση.
Εκεί που πίστευα πως δεν υπάρχει τίποτα πια
κι ήμουν έτοιμος να ζήσω την πιο άσχημη κατάληξη
ήρθες και το γέμισες με χρώματα πολλά
πρώτη φορά στη ζωή μου που αγάπησα την άνοιξη.
Με κοίταξες βαθιά μέσα στα μάτια
και με το πιο γλυκό χαμόγελο μου άπλωσες το χέρι
άρχισες να μου μαζεύεις ένα ένα τα κομμάτια
και μου έδειξες ψηλά,το δικό μας αστέρι
από τότε ηχούνε μέσα μου ωραίες μελωδίες
και η κάθε μέρα μοιάζει με μπαξέ από γιασεμί
κι αν ξανάρθουν πάλι νύχτες βροχερές και κρύες
έχω τον ήλιο μου πια,να με ξυπνά κάθε πρωί
Και είμαι εκεί για να σου δίνω τα πιο ζεστά φιλιά
κι ένα χαμόγελο τη μέρα σου πανέμορφα να αρχίσεις
είναι της ζωής η πιο σημαντική πινελιά
που σου δίνει τη δύναμη να θες να συνεχίσεις.
Και είναι η πρώτη φορά που δεν το ψάχνω παραπάνω
νιώθω πλούσιος που ακόμα χτυπάει η καρδιά μου
που γράφω αυτά τα λόγια και νομίζω πως τα χάνω
αφού μου φτάνει που κοιτάζω δίπλα μου κι είσαι κοντά μου.
Άλλη μια όμορφη εικόνα,στο άλμπουμ της ζωής μου
τα παραδισένια μάτια σου και τα ζεστά σου χείλη
αρκετά να επουλώσουνε το τραύμα της ψυχής μου
με το φόβο να γίνουμε οι καλύτεροι φίλοι.

Σε έψαχνα καιρό μες στα λευκά μου χαρτιά
με τους στίχους μου γυρεύοντας γαλήνη κι ηρεμία
τώρα απλώνεις στη ζωή μου ζεστασιά και ομορφιά
κι ελπίδα φανερώθηκε και παίρνει τα ηνία.
Με πήρες σοβαρά,κι ας ήμουνα λιώμα
τόσο βαθιά μέσα στα μάτια δεν με κοίταξε κανείς
ένωσες τα χείλη σου με το δικό μου το στόμα
και μου είπες τέρμα το εγώ,τώρα είμαστε εμείς.
Κι από εκείνη τη μέρα έχω ξαναγεννηθεί
κάνω πράξη την μπαλάντα μου που τόσο τη λατρεύεις
στα ανόθευτα κομμάτια της καρδιάς μου σε έχω βρει
και με δέχεσαι όπως είμαι,χωρίς να ψαχουλεύεις.
Μόλις χάραξε,κι εσύ δίπλα μου κοιμάσαι
κι εγώ φορτισμένος κι άγρυπνος τελειώνω το τραγούδι
όταν ξυπνάς για καλημέρα να το ακούς,να θυμάσαι
πως στον κήπο της καρδιάς σου υπάρχει ένα λουλούδι
που το πότισες με αγάπη,του έδωσες πνοή
κάθε φορά που το κοιτάζεις θα σου χαμογελάει
και στον κήπο σου αν έρθει πάλι κλάμα και βροχή
θα μαραίνεται και διπλά μαζί σου θα πονάει.
Ξημέρωσε,σηκώνομαι να δω τον ουρανό
είναι η πρώτη μέρα απ`την υπόλοιπη ζωή μου
σε κρατώ στην αγκαλιά μου και πολύ σε αγαπώ
έχει σήμερα λιακάδα κι είσαι μαζί μου.

Από το project των Φράξια`` Οδυνηρές Κραυγές``

Από τις σκοτεινές γειτονιές

Κρύα μέρη κατοικήσιμα από ανθρώπους ξένους
του περιθωρίου όπως λες,μέχρι τα μπούνια πληγωμένους
εδώ κάτω οι πληγές είναι μονίμως ανοιχτές
και τα βράδια τριγυρίζουνε αμέτρητες σκιές.
Αδιέξοδα στενά και οι δρόμοι τόσο σκοτεινοί
κάθε βήμα και μαχαίρι που καρφώνει η σιωπή
εδώ χάθηκε το γέλιο και τα βλέμματα παγώσαν
κι οι οδυνηρές κραυγές παντού το φόβο τους απλώσαν.
Οι άνθρωποι στα μέρη μας φαντάζουν με θηρία
έχουν ζήσει στο πετσί τους τι σημαίνει τραγωδία
τι σημαίνει απ`το λαιμό να σου περνάνε μια θηλιά
να σου πίνουνε το αίμα βολεμένα σκυλιά
Να θέλεις τόσο να φωνάξεις μα να μην βγαίνει φωνή
και να μπήγεις τα νύχια σου με λύσσα στο κορμί
να σε κοιτάνε με αγωνία κι απορία τα παιδιά σου
και το αύριο να μοιάζει με εφιάλτη στα όνειρα σου.

Στις γειτονίες μας,τα λόγια τα μεγάλα δεν φτουράνε
εδώ τα βλέμματα σκορπάνε παγωμάρα και πονάνε
τα παιδιά από νωρίς γίνονται αντάρτες επιβίωσης
βγαίνουν στη γύρα και στα στενά της εξαθλίωσης
Καχύποπτα κοιτάνε μα έχουν μάτια καθαρά
κι ότι τους πεις,να ξέρεις θα το πάρουν σοβαρά
εδώ οι μανάδες ξυπνάνε από τις 5 τα χαράματα
και βγαίνουνε στους δρόμους ψάχνοντας για μεροκάματα
Οι άντρες τις αγαπούν σαν άνθη στο παρτέρι τους
με δύναμη που βγαίνει απ`την καρδιά κι όχι απ`το χέρι τους.
Κανείς δεν περιμένει εδώ,κανένας δεν ελπίζει
και το τέλος,πάνω από το ύπνο σας γυρίζει
βολεμένα ανθρωπάκια,εκεί στα φωτεινά σας μέρη
έρχεται χειμώνας στο ζεστό σας καλοκαίρι
να παγώσει τη ζωούλα σας και να της ρίξει φόλα
να φοβάστε ρε ξεφτίλες όσους τα`χουν χάσει όλα...

Οι οδυνηρές κραυγές πληθαίνουν
μέσα απ`τα σκοτάδια τώρα βγαίνουν
Σαν τσεκούρι η μοναξιά θυμίζει
πάνω απ`τα κεφάλια σας γυρίζει.

Άνθρωποι ξένοι,απ`τη ζωή παρατημένοι ξεχασμένοι
που παλεύουν σαν θηρία μες στην πόλη εγκλωβισμένοι
Λυσασμένοι  προδωμένοι με τα μπούνια πληγωμένοι
με ματιές που βγάζουν φλόγες και ψυχή με οργή θρεμένη
επιβιώνουν στα σκοτάδια τους και ουρλιάζουν δυνατά
δεν έχουν τίποτα να χάσουν τους τα πήραν όλα πια
Σαν τσεκούρι στον ύπνο σας οι μοναξιά θυμίζει
έρχεται σιγά σιγά και στα κεφάλια σας γυρίζει.

Από το project των Φράξια `` Οδυνηρές Κραυγές``

Το τελευταίο δίστιχο στο ρεφρέν είναι της Κατερίνας Γώγου από το ποίημα της `` Η μοναξιά``

Για τον περήφανο μαλάκα

Είναι απ`τις νύχτες που η φωνή μου διαπερνάει τη σιωπή σου
και να λύσω θέλω λίγο τα δεσμά σου
οι στίχοι μου να καρφωθούν σαν βέλος μέσα στο αυτί σου
να χαλάσω τη βολή και την εφήμερη χαρά σου.
Κακομοίρη,που έτρωγες κουτόχορτο για χρόνια
κι είχες βάλει πωλητήριο στη δικιά σου την ψυχή
που απ`το μυαλό σου είχαν βουλώσει τα σιφόνια
και έσταζε τόση βλακεία,μόνιμη διαρροή.
Που λες απόψε,θα ρθώ και θα σου κάνω συντροφιά
κι οπλίζομαι με οργή απ`το οπλοστάσιο του μυαλού μου
εσένα έσκασε στη μάπα σου η φούσκα φουκαρά
με το ραπ της αφύπνισης πιστός στο ραντεβού μου.
Τα είδωλα απ`τη βιτρίνα σου κατέρευσαν μαλάκα
και οι προσευχές σου στέρεψαν στη γούρνα του μυαλού σου
τράβα τώρα απ`τα όνειρα σου,να κάνεις λίγη τράκα
παρακάλα,απ`έξω απ`το κατώφλι του θεού σου.
Χειροκρότα για άλλη μια φορά τον κάθε καραγκιόζη
που κομψά και με γραβάτα ληστεύει τη ζωή σου
μα περήφανε ελληνάρα τίποτα πια δεν σε σώζει
όταν στα λέγαμε γέλαγες,τώρα άντε και γαμήσου.
Τράβα βρες τους όμοιους σου,κλαφτείτε όλοι παρέα
για τα όνειρα που βλέπετε να χάνονται ξανά
εγώ δεν είμαι από εδώ για αυτό στα χώνω λίγο ακραία
εγώ ανήκω σε αυτούς που δεν ανήκουν πουθενά.

Γείτονα μου είσαι περήφανος,γαμιάς και τσαμπουκάς
όμως πούλα αλλού το θάρρος και την τρέλα σου
στον αφέντη κάνεις μόκο,πέφτεις και τον προσκυνάς
τα μπράτσα σου τα δείχνεις στην κοπέλα σου
Πατρίδα,οικογένεια,θρησκεία και περήφανος παπάρας
και μια κούτρα που μοιάζει με αχυρώνα
ανθρωπάκι ελεγχόμενο,έρμαιο μιας άδικης κατάρας
μαριονέτα στον στημένο τους αγώνα
Κάτσε σάπισε και ψόφα τώρα,στη λερωμένη σου φωλιά
είσαι μόνος σου καμία προσευχή δεν σε γλυτώνει
πιάνει χώρο το κουφάρι σου,άδειασε μας τη γωνιά
κοιμήσου τώρα μια για πάντα μπροστά απ`την οθόνη.
Οι δικιολογίες και τα ψέματα τελειώσανε
νταβατζή μιας πουτάνας δημοκρατίας
ξενοφοβικέ μαλάκα οι σωτήρες σε προδώσανε
παλεύουν στη ρουφήχτρα να σωθούν της ιστορίας
Κι όπως βλέπεις,να το βουλώσω δεν σκοπεύω ακόμα
όσο και να προσπαθούν να με φιμώσουν
έχω τους στίχους μου για σφαίρες και για όπλο έχω το στόμα
θα  σας βρίσκουνε παντού καριόλες κι ας με σκοτώσουν.

Από το project των Φράξια `` Οδυνηρές Κραυγές``

Ένα παιδί μετράει πληγές

Πάλι κι απόψε θα ματώσει η ψυχή μου
κι ανήμπορος θα πνίξω τρομαγμένα τη φωνή μες στη σιωπή μου
θα μείνω μοναχός μου φοβισμένος να κοιτώ
μην έρθουν πάλι και εισβάλουν στο χωριό.
Εδώ στα μέρη τα δικά μας,ήλιος ποτέ δεν βγαίνει
κι η ματιά του καθενός σκοτεινιασμένη και θλιμμένη
εδώ το κλάμα και οι κραυγές είναι παντού
και κάποιοι μας πετάξανε στη φρίκη του πολέμου αυτού
Είμαι μόνος ξεχασμένος και κρυώνω πολύ
έχει γεμίσει με πληγές η παιδική μου ψυχή
αναρωτιέμαι πότε πρόλαβα να φταίξω,τι χρωστάω
γιατί πρέπει να μισώ και όχι να αγαπάω
Τώρα που το βλέμμα όπου γυρίσω βλέπω μόνο συντρίμμια
κι ανθρώπους στα χαλάσματα να ψάχνουν σαν τα αγρίμια
δυσοσμία από ψοφίμια κι εικόνες τραγικές
και στα αυτιά μου αυτές οι μόνιμες οδυνηρές κραυγές
Κάθε φορά που νυχτώνει,φοβάμαι πιο πολύ
ψάχνω κρυψώνες να κουρνιάσει η ματωμένη μου ψυχή
Να φτιάξω όμορφες εικόνες και σ`αυτές να χαθώ
να σωθώ η με το θάνατο να συμφιλιωθώ.

Με λυγμούς να τραγουδήσω τα χαμένα όνειρά μου
είναι σκληρό που ότι αγαπώ πεθαίνει μόνο του κοντά μου
μου λείπουνε οι φίλοι μου,δεν ξέρω καν αν ζούνε
αν υπάρχεις Χριστέ βοήθα τους να μην χαθούνε
Ο ουρανός έχει αγριέψει κι έχει διώξει τα πουλιά
και εκείνα φύγανε,πετάξανε για κάπου μακρυά
μας έφερε άλλα πιο μεγάλα,που θυμώνουν
μας πετάνε κοτσιλιές και μας σκοτώνουν.
Μα δεν το αντέχω όλο αυτό,θέλω να ζήσω αλλιώς
ήλιε μου βγες να φέρεις πάλι στη ζωή μας λίγο φως
θέλω να δω τους φίλους μου και να τους αγκαλιάσω
να παίξουμε μπάλα και δεν με νοιάζει αν χάσω.
Στης μάνας μου τα άγια χέρια μέσα να χαθώ
και με τα χάδια της γαλήνια ξανά να κοιμηθώ
και να ξυπνήσω με φωνές από παιδιά που τραγουδάνε
χελιδόνια,περιστέρια από πάνω να πετάνε
Να γεμίσουμε με χρώματα ολόκληρη τη γη
να επουλώσουμε για πάντα του πολέμου την πληγή
Όμως φοβάμαι,πως η ζωή εμένα με μισεί
και αφήνω αυτό το γράμμα κάποιος κάποτε αν το δει
να το διαβάσει παντού,ένα παιδί ζητάει αγάπη
Σ`αγαπώ κι ας μη σε ξέρω...μα κάνε κάτι.

Από το project των Φράξια `` Οδυνηρές Κραυγές``

Καληνύχτα σας

Χαιρετίσματα σε κάθε κοιμισμένο πολίτη
που φωνάζει εξαγριώνεται μονάχα από το σπίτι
σε κάθε ξεφτίλα πατριώτη και εθνίκι
και φιλάκια σε κάθε φασιστόμουτρο καθίκι
Χαιρετίσματα στους μπάτσους που καμιά φορά απεργούν
μα όταν ανέβει ο μισθός καβλώνουν και πυροβολούν
στη χώρα της Δημοκρατίας - εταιρείας
των υπέρογκων ποσών των διακοπών πολυτελείας
των παπάδων που γαμιούνται και γαμούν με την ευχή τους
που με το σταυρό στο χέρι φουσκώνουν το πουγκί τους
Σε μια χώρα που το ψέμα έχει γραβάτα και εκπομπή
σοσιαλιστική πουτάνα δεξιά οικουμενική
χαιρετίσματα σε κάθε μπούλη βλάκα τραπεζίτη
και σε κάθε γαμημένο ασφαλίτη
Σεβασμό κι αλληλεγγύη σε όσους μάχονται στο δρόμο
με ταξική συνείδηση απέναντι στον νόμο
σ`όσους παλεύουν για ψωμί παιδεία ελευθερία
στα οδοφράγματα και όχι στα πολυτελή γραφεία

Ντελαπάρω το κουπλέ μου και γυρνάω στα δικά μου
ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όσους βρίσκονται κοντά μου
όσους στηρίζουν τους Φράξια αυτά τα 3 χρόνια
όσους μάθαν το hip hop στο δρόμο κι όχι στα σαλόνια
όσους γράφουν με ψυχή κι όχι όπως τους συμφέρει
τους γουστάρω και τους έχω σφίξει ήδη το χέρι
κράτα κι αυτό απ`τον Γιωργάρα μιας και κόλλησε η πένα
`` ακούτε σούργελα ? εγώ ποτέ δεν έγλυψα κανένα ! ``
Δεν ξεχνάω ρε τα δάκρυα που έχω ρίξει στο χαρτί
ούτε εκείνες τις βραδιές που δεν υπήρχε ψυχή
η δικιά μου αν με ρωτάς έμεινε εκεί και αιμοραγεί
δεν πουλήθηκα ποτέ μου κάνω Φράξια από παιδί
Και μεγάλωσα με ραπ του `90 κι είναι τιμή μου
κι ότι γράφω και ραπάρω ευθύνη δική μου
να το κάνω δεν βιάστηκα από πιτσιρικάς
να το αγαπήσω ήθελα πρώτα σε αντίθεση με σας
Βάλτε καδένα στο λαιμό κι άντε πνιγείτε
με αυτούς που γλείφετε για αποδοχή τραβάτε πηδηχτείτε
Ποιοι στηρίζουν ότι λένε θα το δούμε στην πορεία
ήταν ο dave απ`τους Φράξια καληνύχτα σας,τελεία.

Από το προσωπικό μου άλμπουμ `` Δεν με ρώτησε κανείς``

* Η φράση με τα εισαγωγικά είναι του Άγνωστου Χειμώνα στο τραγούδι των Ψυχόδραμα `` Η ψυχή των ψυχώ`` και τον ευχαριστώ που δέχτηκε να την δανειστώ.

Ένας άντρας


Ξεκίνησες νωρίς στη βιοπάλη της ζωής
πήρες για όπλο την αντάρτικη ματιά της μάνας σου
αθώο βλέμμα 13 χρονών παιδάκι
και στο τέρας της Αθήνας άλλο ένα επαρχιωτάκι
Η ζωή σε είχε μισήσει πριν προλάβεις να ανασάνεις
και τα ωραία στα κράταγε ψηλά να μην τα φτάνεις
μα δεν ήξερε η πουτάνα τον αντίπαλό της
κι εσύ άναβες τσιγάρο όταν σκορπούσε το κακό της
Η μουτζούρα έγινε σάρκα σου κι ο τόρνος παρηγόρια
όταν στροφάραν οι στιγμές σου πετώντας γρέζια
δεν σε λύγισαν ποτέ όσα τράβηξες ζόρια
κι ήσουν ο πρώτος που σου λέγαν στην υγειά σου στα τραπέζια
Χρόνια δύσκολα και που στρώμα να πλαγιάσεις
μόνο μερικές σανίδες το κορμί να ξεκουράσεις
ένα άφιλτρο σαντέ συντροφιά σου μες στο κρύο
περατζάδα στο Βοτανικό και στο Μεταξουργείο
Ύστερα μέλος στο συνδικάτο του μετάλλου
μαχητής κι ονειρευτής ενός κόσμου άλλου
ενός κόσμου που ονειρεύεσαι να δεις ακόμα
να σου κι εκείνη η στιγμή που εντάχτηκες στο κόμμα
Τρία γράμματα! Ετσι φώναζες περήφανος
κι ο λόγος σου στα αυτιά μου πάντα απίθανος
σφυροδρέπανο στο στήθος και ντουντούκα στο χέρι
αγκαζέ με κάποιο σύντροφο που τώρα δεν σε ξέρει
Μπροστινή στις απεργίες κι ο δρόμος σου σχολείο
και παρέμβαση στο κολατσιό στο συνεργείο
ήσουν πάντα μαύρο πρόβατο και κόκκινο πανί
και εφιάλτης για το αφεντικό η δικιά σου η φωνή
Αργότερα τραβήχτηκες μετά από κάποια σκηνικά
που όπως μου`λεγες δεν ήτανε τόσο Μαρξιστικά
όμως συνέχιζες κι ακόμα συνεχίζεις
να παλεύεις και για κάποιους που μέσα σου τους βρίζεις
Να κοιτάς το παρελθόν σου κι όλα πίσω να τ`αφήνεις
να πετάς μες στο ποτήρι αναμνήσεις και να πίνεις

Παράλληλα υπήρχα και εγώ να μεγαλώνω
να κρατάω φυλαχτό μου τα λόγια σου στο χρόνο
ένας μπόμπιρας σκαρφαλωμένος στις δικές σου πλάτες
και στα μάτια σου να ψάχνω αληθινούς επαναστάτες
Και μεγάλωνα κρατώντας τη ματιά σου
τη λεβέντικη κι αλήτικη θωριά σου
ένα άγχος να με τρώει αν θα γίνω σαν εσένα
κι ένας φόβος πως τα λόγια μου από σένα είναι παρμένα
Όμως ποτέ μου δεν σου είπα πως πέρασα πολλά
μα είχα πάντα τη ματιά σου δύναμη μου
αυτή μου θύμιζε να ζω και να φωνάζω δυνατά
αυτή είχε αράξει τόσα χρόνια στην ψυχή μου
Τώρα σου φτάνει ένας μεζές κι ένα ποτήρι κρασί
κι αναπολείς το κουρασμένο σου ταξίδι
βλέπεις τον γιο σου να σκορπάει όσα του`μαθες εσύ
και σιγοκλαίς όταν σου βάζει Καζαντζίδη
Μα βλέπω κούραση στα μάτια σου και μια μελαγχολία
που δεν είχα ποτέ μου συνηθίσει
βλέπω απ`τα λόγια σου ένα άγχος και μία αγωνία
αν η ζωή στο τέλος θα σε αγαπήσει
Όσο για μένα θέλω να ξέρεις το εξής
έχω ζώσει όσα μου`μαθες σαν σφαίρες στα στήθια μου
να είμαι πάντα ειλικρινής και αξιοπρεπής
μα την είδα ποιητής για να πουλάω την αλήθεια μου
Όσα γράφω κι όσα λέω είναι η κληρονομιά μου
όσα δεν σου`πα ποτέ τα τραγουδάω
λευτερώνω ένα τραγούδι που βγαίνει απ`την καρδιά μου
δεν μπορώ με άλλο τρόπο να σου πω πως σ`αγαπάω.

Από το προσωπικό μου άλμπουμ `` Δεν με ρώτησε κανείς``

Το τραγούδι αυτό είναι γραμμένο για τον πατέρα μου.

Για όσα μας λείπουν


Κάποιες στο πάτωμα παλιές φωτογραφίες
κι αναμνήσεις που με πέταξαν απόψε να χαθώ στη νοσταλγία
μπας και καταφέρω να λύσω κάποιες απορίες
μα όσο όμορφη εικόνα άλλη τόση η τιμωρία
Είναι βλέπεις που δακρύζω όταν σκαλίζω τα παλιά
κι ας ξέρω πως η άγρια μορφή μου δεν το δείχνει
πως πονάω που δεν έσωσα όσους φύγανε μακρυά
κι έχω μείνει στην ομίχλη να ακολουθώ τα ίχνη
Των ανθρώπων που μου χάρισαν απλόχερα στιγμές
που χωρίς πολλά πολλά ακουμπήσαν την καρδιά μου
έχουν μέσα μου αράξει κι είναι τόσο ζωντανές
που ακόμα δεν κατάλαβα πως φύγανε μακρυά μου
Κλείνω τα μάτια μου καμιά φορά και βλέπω
του Φιλόσοφου το γέλιο να φωτίζει τα σκοτάδια
τη ματιά του που τη φέρνω στο μυαλό μου για να αντέχω
να γεμίζω συναίσθημα τα χρόνια μου τα άδεια
Μα κι εκείνες οι φορές δεν κρατάνε απομακρύνονται
και μένω πάλι μόνος στα σκοτάδια να κρυώνω
οι γρίφοι στο μυαλό μου μεγαλώνουν και δεν λύνονται
και με ένα ουρλιαχτό τις ερινύες ξεπληρώνω

Συνεχίζω στου μυαλού μου το ρινγκ να πολεμάω
με μοναδικό μου στόχο να μην πέσω στα σχοινιά
για ακόμη μια φορά να ακούσω μοναχά ζητάω
την κουβέντα του Τόμμυ εκείνη την Πρωτοχρονιά
μία δόση από την τρέλα του να πάρω
να του πω να μην τον νοιάζει την κορούλα του προσέχουμε καλά
όταν live τον Αιώνιο τον έφηβο ραπάρω
νιώθω τόσο ευτυχισμένος και βουρκώνω από χαρά
Ανοίγω τα μάτια μου κι ανάβω ένα τσιγάρο
αυτό που σκέφτομαι είναι τόσο νοπό και με πονάει
δεν ξέρω τι να γράψω και κοντεύω να σαλτάρω
εκείνη η στιγμή στο μυαλό μου τριγυρνάει
`` Ψηλέ μου πάρε την κανάτα
κατέβα στο υπόγειο και στρίψ`την κάνουλα απ`το βαρέλι
Δοκίμασε τι έφτιαξα και πες μου το σταράτα
είναι κρασί αυτό που πίνεις η μήπως είναι μέλι ? ``
Καρδιά μικρού παιδιού κι ένα χαμόγελο στα χείλη
κι ας είχε περιπέτειες η ζωή σου όλη
μου`πες πρόσεχε το γιο μου θέλω να`στε πάντα φίλοι
τα λόγια σου ποτέ μου δεν ξεχνώ κυρ - Αποστόλη
Όσα γράφω είναι όσα δεν μπόρεσα ποτέ μου
να τα πω σε αυτούς που μου ανοίξαν την ψυχή τους
ξημερώνει κάνει κρύο και τελειώνει το κουπλέ μου
τους το στέλνω να τ`ακούνε,μέχρι να πάω μαζί τους.

Από το προσωπικό μου άλμπουμ `` Δεν με ρώτησε κανείς``

Το τραγούδι αυτό είναι γραμμένο για τον Τόμμυ,τον `` Φιλόσοφο`` και τον Κυρ Αποστόλη που έφυγαν από κοντά μας.

Έχε το νου σου


Πάντα χαράζονται στο πρόσωπο σημάδια από τον πόνο
που αφήνει η ζωή στο πέρασμά της
πάντα υπάρχουνε φορές που θέλουμε και λίγο χρόνο
να ξεφύγουμε για λίγο από την αιχμηρή ματιά της
Να τα βάλουμε όλα κάτω και να ξεκαθαρίσουμε
τι θέλει απο μας και τι επίμονα ζητάει
και ας ξέρουμε οτι τις πιο πολλές θα καταλήξουμε
οτι διάλεξε εμάς για να πονάει
Είναι φορες που το δωμάτιο παγώνει
και ο φόβος μας στέλνει για παρέα τις σκιές
τρομαγμένοι στη γωνία μας κουρνιάζουμε
και η νύχτα δεν τελειώνει
και μας πνίγουν σαν θηλιά όλα τα λάθη από το χτες
Άλλες φορές αναρωτιόμαστε αν αξίζει να πονάμε
για έναν άνθρωπο που δώσαμε τα πάντα και μας πρόδωσε
ένα αγκάθι φυτρώνει στην ψυχή και προχωράμε
προσπαθούμε να αναστήσουμε μονάχοι αυτό που σκότωσε
Και με το αγκάθι συνεχίζουμε παρέα
και ας ξέρουμε πως τίποτα για μας δεν έχει μείνει
κάποιος μας είπε οτι η ζωή είναι ωραία
μάλλον είδε κάτι άλλο και μπορεί και τη συγκρίνει

Έχε το νου σου και κράτησε γερά να προχωρήσουμε
μια μάχη είναι η ζωή και ως το τέλος θα την πάμε
άμα χάσουμε δεν έχει σημασία η αν νικήσουμε
το θέμα είναι να ξέρουμε ακριβώς τι πολεμάμε
Έχε το νου σου και μην κοιτάζεις πίσω μόνο μπρος
θα γελάσει και για μας να το θυμάσαι αδερφέ μου
μείνε δίπλα μου να βγούμε επιτέλους στο φως
μοναχός μου δεν θα τα καταφέρω ποτέ μου

Υπάρχουν κάποιοι που ποτέ δεν μας γέμισαν το μάτι
δεν μας νιώσανε υπήρχανε μπροστά μας σαν σκιές
όμως υπάρχουνε και άλλοι που είναι ντόμπροι και σταράτοι
κι οτι νιώθουνε στο λένε χωρίς υπεκφυγές
Όμως όλοι πιάσαμε κάποια στιγμή τον εαυτό μας
να λέει ένα ψέμα τυφλωμένος απ`το πάθος
όλοι υπερεκτιμήσαμε για λίγο το εγώ μας
τι πιο αντρίκιο απ`το να πεις `` συγγνώμη,έκανα λάθος ? ``
Προχωράμε καχύποπτοι με βήματα αργά
κι από συμβουλές μπουχτίσαμε και λόγια τόνωσης
εκ του ασφαλούς μιλάνε όλοι μα έστω μία φορά
ελάχιστοι απ`αυτούς μπήκαν στο τούνελ της απόγνωσης
Και εμείς που μπήκαμε χωρίς να το διαλέξουμε
ήταν φίλος το σκοτάδι τελικά κι όχι εχθρός
κάποιοι βάλθηκαν τη λάμψη στο βάθος να πιστέψουνε
προσπάθησαν να βγούνε μα τους τύφλωσε το φως
Αν είσαι απ`αυτούς που κάπως εύκολα διαλέξανε
κι αφού έκανες την πάπια τώρα σπάει ο κουμπαράς
είσαι απ`τις 3 κατηγορίες που κερδίσαν κι ας μην παίξανε
ρουφιάνος,επιτήδειος,κι ολίγον μπουνταλάς
Μα θα γυρίσει και για μας που πολεμάμε μοναχοί
με την μπέσα μας για όπλο και την καθαρή ματιά μας
τίποτα δεν πάει χαμένο αν παλεύουμε μαζί
κρατήσου αδερφέ μου,δρόμο έχουμε μπροστά μας.

Από το προσωπικό μου άλμπουμ `` Δεν με ρώτησε κανείς``